Κυριακή 25 Απριλίου 2010

ΔΕΛΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ




Τον κιθαρίσει κλυτόν παίδα μεγάλου Διός
ερώ σ’ άτε παρ’ ακρονιφή τόνδε πάγον ...


Εσένα τον κιθαριστή τον κοσμοξακουσμένο
θα ψάλω, του τρανού Διός Εσένα το βλαστάρι,
τα λόγια Σου τ’ αθάνατα θα τραγουδήσω, εκείνα
που φανερώνεις, ω Θεέ, για τους ανθρώπους όλους,
κοντά στο χιονοστέφανο το βράχο! Θα κηρύξω
το μαντικό τον τρίποδα πως όρμησες και πήρες,
τον τρίποδα, που ο δράκοντας ο επίβουλος κρατούσε
σφυρίζοντας, αλύπητος και πως με το δοξάρι
του τρύπησες το παρδαλό, το στριφογυρισμένο
κορμί! Και πως εκράτησες παράλυτο μπροστά Σου,
μ΄ όλη του την παλληκαριά, τον άπιστο Γαλάτη!
Του βροντερού Διός Εσείς πανώριες θυγατέρες,
που ορίζετε πυκνόδεντρο τον Ελικώνα, ελάτε,
και με τραγούδια, με χορούς, υμνείτε, διαλαλείτε
τ’ αδέρφι Σας το θεϊκό, το χρυσομάλλη Φοίβο.
Απάνου εκεί στου Παρνασσού τους δίκορφους στους θρόνους
στα κρυσταλλένια τα νερά της Κασταλίας προβάλλει
ανάμεσα στα Δελφικά τα πανηγύρια, αφέντης
του φημισμένου αυτού βουνού, του μαντικού του βράχου.
Και χαίρε, ω πολυδόξαστη, μεγάλη χώρα, Αθήνα,
της πολεμόχαρης θεάς λάτρισσα, ριζωμένη
σε γην απάνου ασάλευτη γι’ αυτή σου τη λατρεία!
Καίει των ταύρων τα μηριά στους ιερούς βωμούς Του
ο Ήφαιστος, και αραβικό θυμίαμα σκορπίζει
ψηλά ψηλά ως τον Όλυμπο μαζί με τη φωτιά Του.
Χίλια λαλήματα κι ο αυλός ο λυγερός κυλάει,
ύμνους κ’ η γλυκερόφωνη χρυσή κιθάρα απλώνει
των Αθηναίων ο λαός, Θεέ, Σε προσκυνάει.
Κωστής Παλαμάς

Σάββατο 24 Απριλίου 2010

ωδή εις Ανδρέαν Κάλβον



Ω μεγάλε Ζακύνθιε,
των ωδών σου τα μέτρα,
υψηλά, σοβαρά,
τους αγώνες εκάλυπτον
εκτεταμένους.
Της δουλείας τα βάρβαρα
σκοτάδια κατεξέσχισεν,
όταν εγράφη πύρινος,
η αστραπή των όπλων
(και η αρετή σου).
Ως ήλιος, ανάβαν
τον Ολυμπον, εστάθη
πάνω εις γυμνά χωράφια,
εις ανθισμένα ερείπια,
γνώριμον κλέος.
Αλλά το θείον έναυσμα
η φωνή σου δεν είναι
τώρα πλέον. Μας έρχεται
μακρινός και παράταιρος
ήχος τυμπάνου.
Ολόκληρος αιών,
χείμαρρος, την Ελλάδα,
ταραγμένος, εσάρωσεν
από τα ιδανικά σου,
την οικουμένην.
Κράτει, λοιπόν, ω γέροντα,
την επιτύμβιον πλάκα.
Το πεπαλαιομένον σου
τραγούδι κράτει. Φύγε,
παραίτησον μας.
'Η, αν προτιμάς, εξύμνησον
αντίς γεγυμνωμένων
ξιφών, όσα μαστίγια
προς θρίαμβον επισείονται
των καφενείων.
Ίππους δεν επιβαίνουσι,
αμή την εξουσίαν
και του λαού τον τράχηλον,
ιδού, μάχονται οι ήρωες
μέσα εις τα ντάνσιγκ.
Τις δάφνες του Σαγγάριου
η Ελευθερία φορέσασα,
γοργά από μίαν χείρα
σ' άλλην περνά και σύρεται,
δούλη στρατώνος.
Καθώς, όταν την εύκολον
λείαν αποκομίσει,
φεύγει, διστάζει, κι έπειτα
σε μια γραμμήν ελίσσεται
πλήθος μυρμήγκων,
μεγάλα προπορεύονται
έντομα, μέγα φέροντα
βάρος, ακολουθούσι,
με φορτίο ελαφρότερο,
μικρότερα άλλα,
και δε βλέπουν στο πλάγι τους
το παιδάκι που στέκει
να γελά τον αγώνα των,
και δεν βλέπουν ότι ύψωσε
τώρα το πέλμα -
ούτω τη χώρα νέμεται
η στρατιά της ήττης,
του λαού την απόφασιν,
άτεγκτον, φοβεράν,
περιφρονούσα.
Αλλά τι λέγω; Θρήνησε,
θρήνησε την πατρίδα,
νεκράν όπου σκυλεύουν
αλλοφρονούντα τέκνα της,
ω Ανδρέα Κάλβε.
Μικράν, μικράν, κατάπτυστον
ψυχήν έχουν οι μάζαι,
ιδιοτελή καρδιάν,
και παρειάν αναίσθητον
εις τους κολάφους

ελεγεία και σάτιρες
Κ Καρυωτάκης

Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

Ιθάκη


ΙΘΑΚΗ

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρείς,
αν μέν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν' ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ' έδωσε το ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Αλλο δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Ετσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.